„Stahlbeton“: Maskulinum, männlich StahlbetonMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) οπλισμένο σκυρόδεμα οπλισμένο σκυρόδεμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Stahlbeton Stahlbeton