„Sprudel“: Maskulinum, männlich SprudelMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) μεταλλικό αεριούχο νερό μεταλλικό αεριούχο νερόNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Sprudel Sprudel