Spital
Neutrum, sächlich | ουδέτερο n <-s; Spitäler> österreichische Variante | αυστριακή παραλλαγή (εκ-δοχή)österr schweizerische Variante | ελβετική παραλλαγήschweizOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- νοσοκομείοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nSpitalSpital