Spezi
Maskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -(s)> österreichische Variante | αυστριακή παραλλαγή (εκ-δοχή)österr Süddeutsch | νοτιογερμανική παραλλαγήsüdd umgangssprachlich | οικείοumgOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- φίλοςMaskulinum, männlich | αρσενικό mSpeziSpezi