„Sparschwein“: Neutrum, sächlich SparschweinNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) κουμπαράς γουρουνάκι κουμπαράς γουρουνάκιMaskulinum, männlich | αρσενικό m Sparschwein Sparschwein