Sozialkunde
Femininum, weiblich | θηλυκό fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- αγωγήFemininum, weiblich | θηλυκό f του πολίτηSozialkunde Schulwesen | σχολική εκπαίδευσηSCHULESozialkunde Schulwesen | σχολική εκπαίδευσηSCHULE