„Sexobjekt“: Neutrum, sächlich SexobjektNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) αντικείμενο του σεξ αντικείμενοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n του σεξ Sexobjekt Sexobjekt