„Serpentine“: Femininum, weiblich SerpentineFemininum, weiblich | θηλυκό f <-; -n> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) δρόμος με πολλές στροφές, οφιοειδής οδός δρόμοςMaskulinum, männlich | αρσενικό m με πολλές στροφές, οφιοειδής οδόςFemininum, weiblich | θηλυκό f Serpentine Serpentine