„Schamlippen“: Plural SchamlippenPlural | πληθυντικός pl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) χείλη γεννητικών οργάνων χείληNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl γεννητικών οργάνων Schamlippen Schamlippen