„Schachaufgabe“: Femininum, weiblich SchachaufgabeFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) σπαζοκεφαλιά στο σκάκι σπαζοκεφαλιάNeutrum, sächlich | ουδέτερο n στο σκάκι Schachaufgabe Schachaufgabe