„Reibereien“: Plural ReibereienPlural | πληθυντικός pl in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) προστριβές προστριβέςFemininum Plural | πληθυντικός θηλυκού fpl Reibereien Reibereien