„Raumkapsel“: Femininum, weiblich RaumkapselFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) θαλαμίσκος διαστημικού σκάφους θαλαμίσκοςMaskulinum, männlich | αρσενικό m διαστημικού σκάφους Raumkapsel Raumkapsel