„RAM“: Neutrum, sächlich RAMNeutrum, sächlich | ουδέτερο n <-(s); -(s)> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) RAM RAMFemininum, weiblich | θηλυκό f RAM Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT RAM Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT