„Quantensprung“: Maskulinum, männlich QuantensprungMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) κβαντική ασυνέχεια κβαντική ασυνέχειαFemininum, weiblich | θηλυκό f Quantensprung Quantensprung