„Promille“: Neutrum, sächlich PromilleNeutrum, sächlich | ουδέτερο n <-(s); -> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ποσοστό επί τοις χιλίοις ποσοστόNeutrum, sächlich | ουδέτερο n επί τοις χιλίοις Promille Promille