„Pixel“: Neutrum, sächlich PixelNeutrum, sächlich | ουδέτερο n <-s; -> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) πίξελ πίξελNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Pixel Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT Pixel Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT