„Pille“: Femininum, weiblich PilleFemininum, weiblich | θηλυκό f <-; -n> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) χάπι, αντισυλληπτικό χάπι χάπιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Pille Pille αντισυλληπτικό χάπιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Pille Antibabypille Pille Antibabypille examples die Pille danach το χάπι της επόμενης μέρας die Pille danach