„Pigmentfleck“: Maskulinum, männlich PigmentfleckMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) σημάδι μελάγχρωσης σημάδιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n μελάγχρωσης Pigmentfleck Pigmentfleck