„Pfauenauge“: Neutrum, sächlich PfauenaugeNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) πεταλούδα με πολύχρωμα φτερά πεταλούδαFemininum, weiblich | θηλυκό f με πολύχρωμα φτερά Pfauenauge Pfauenauge