„Paragliding“: Neutrum, sächlich ParaglidingNeutrum, sächlich | ουδέτερο n <-> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) αλεξίπτωτο πλαγιάς αλεξίπτωτοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n πλαγιάς Paragliding Paragliding