„neural“: Adjektiv neuralAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) νευρικός νευρικός neural neural examples neurales Netzwerk Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT νευρωνικό δίκτυοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n neurales Netzwerk Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT