„Nebeneinkünfte“: Plural NebeneinkünftePlural | πληθυντικός pl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) έκτακτα έσοδα έκτακτα έσοδαNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl Nebeneinkünfte Nebeneinkünfte