„Nachfüllpackung“: Femininum, weiblich NachfüllpackungFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ανταλλακτική συσκευασία ανταλλακτική συσκευασίαFemininum, weiblich | θηλυκό f Nachfüllpackung Nachfüllpackung