„Modalverb“: Neutrum, sächlich ModalverbNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) βοηθητικό ρήμα έγκλισης βοηθητικό ρήμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n έγκλισης Modalverb Modalverb