„Mietwohnung“: Femininum, weiblich MietwohnungFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ενοικιαζόμενη κατοικία ενοικιαζόμενη κατοικίαFemininum, weiblich | θηλυκό f Mietwohnung Mietwohnung