Marathonläufer
Maskulinum, männlich | αρσενικό m, MarathonläuferinFemininum, weiblich | θηλυκό fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- μαραθωνοδρόμοςMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/fMarathonläufer Sport | αθλητισμόςSPORTMarathonläufer Sport | αθλητισμόςSPORT