„Luftüberwachung“: Femininum, weiblich LuftüberwachungFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) αεροπορική παρακολούθηση αεροπορική παρακολούθησηFemininum, weiblich | θηλυκό f Luftüberwachung Luftüberwachung