„Linkskurve“: Femininum, weiblich LinkskurveFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) στροφή προς τα αριστερά στροφήFemininum, weiblich | θηλυκό f προς τα αριστερά Linkskurve Linkskurve