„Liniendampfer“: Maskulinum, männlich LiniendampferMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) πλοίο της γραμμής πλοίοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n της γραμμής Liniendampfer Liniendampfer