„Laborbefund“: Maskulinum, männlich LaborbefundMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) εργαστηριακό εύρημα εργαστηριακό εύρημαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Laborbefund Laborbefund