„Kunstdruck“: Maskulinum, männlich KunstdruckMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -drucke> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) καλλιτεχνική μεταξοτυπία καλλιτεχνική μεταξοτυπίαFemininum, weiblich | θηλυκό f Kunstdruck Kunstdruck