„Kopfrechnen“: Neutrum, sächlich KopfrechnenNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) υπολογισμός με το μυαλό υπολογισμόςMaskulinum, männlich | αρσενικό m με το μυαλό Kopfrechnen Kopfrechnen