Klassentreffen
Neutrum, sächlich | ουδέτερο nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- συνάντησηFemininum, weiblich | θηλυκό f παλιών συμμαθητώνKlassentreffen Schulwesen | σχολική εκπαίδευσηSCHULEKlassentreffen Schulwesen | σχολική εκπαίδευσηSCHULE