„Heuwagen“: Maskulinum, männlich HeuwagenMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) κάρο μεταφοράς σανού κάροNeutrum, sächlich | ουδέτερο n μεταφοράς σανού Heuwagen Heuwagen