„hellblau“: Adjektiv hellblauAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) γαλάζιος, ανοιχτογάλαζος γαλάζιος, ανοιχτογάλαζος hellblau hellblau
„Hellblau“: Neutrum, sächlich HellblauNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) γαλάζιο (ανοιχτό) γαλάζιοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Hellblau Hellblau