„Heimwerker“: Maskulinum, männlich HeimwerkerMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) μάστορας από χόμπι μάστοραςMaskulinum, männlich | αρσενικό m από χόμπι Heimwerker Heimwerker