„Heimniederlage“: Femininum, weiblich HeimniederlageFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ήττα εντός έδρας ήτταFemininum, weiblich | θηλυκό f εντός έδρας Heimniederlage Sport | αθλητισμόςSPORT Heimniederlage Sport | αθλητισμόςSPORT