„Hausputz“: Maskulinum, männlich HausputzMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) καθαρίστρια του σπιτιού καθαρίστριαFemininum, weiblich | θηλυκό f του σπιτιού Hausputz Hausputz