„Handwäsche“: Femininum, weiblich HandwäscheFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) υγρό σαπούνι χεριών υγρό σαπούνιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n χεριών Handwäsche Handwäsche