„Handgelenkschützer“: Maskulinum, männlich HandgelenkschützerMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) προστατευτικό καρπού προστατευτικόNeutrum, sächlich | ουδέτερο n καρπού Handgelenkschützer Sport | αθλητισμόςSPORT Handgelenkschützer Sport | αθλητισμόςSPORT