„Haarschmuck“: Maskulinum, männlich HaarschmuckMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) διακοσμητικό αξεσουάρ μαλλιών διακοσμητικό αξεσουάρNeutrum, sächlich | ουδέτερο n μαλλιών Haarschmuck Haarschmuck