„Großwildjagd“: Femininum, weiblich GroßwildjagdFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) κυνήγι μεγάλων θηραμάτων κυνήγιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n μεγάλων θηραμάτων Großwildjagd Großwildjagd