Freeware
Femininum, weiblich | θηλυκό f <-; -s>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- ελεύθερο λογισμικόNeutrum, sächlich | ουδέτερο nFreeware Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTFreeware Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT