„Fluchtpunkt“: Maskulinum, männlich FluchtpunktMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) σημείο εξαφάνισης σημείοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n εξαφάνισης Fluchtpunkt Fluchtpunkt