„Fettgehalt“: Maskulinum, männlich FettgehaltMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) περιεκτικότητα σε λιπαρά περιεκτικότηταFemininum, weiblich | θηλυκό f σε λιπαρά Fettgehalt Fettgehalt