„Fernkurs“: Maskulinum, männlich FernkursMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) διδασκαλία δια αλληλογραφίας διδασκαλίαFemininum, weiblich | θηλυκό f δια αλληλογραφίας Fernkurs Fernkurs