„Ferienort“: Maskulinum, männlich FerienortMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) τόπος διακοπών, τουριστικό μέρος τόποςMaskulinum, männlich | αρσενικό m διακοπών, τουριστικό μέροςNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Ferienort Ferienort