Fenstergröße
Femininum, weiblich | θηλυκό fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- μέγεθοςNeutrum, sächlich | ουδέτερο n παραθύρουFenstergröße Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTFenstergröße Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT