Erwachsene
Maskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f <-n; -n>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- μεγάλοςMaskulinum, männlich | αρσενικό mErwachsene(r)μεγάληFemininum, weiblich | θηλυκό fErwachsene(r)Erwachsene(r)
- ενήλικοςMaskulinum, männlich | αρσενικό mErwachsene(r) auch | και, επίσηςa. Rechtswesen | νομικός όροςJURενήλικηFemininum, weiblich | θηλυκό fErwachsene(r) auch | και, επίσηςa. Rechtswesen | νομικός όροςJURErwachsene(r) auch | και, επίσηςa. Rechtswesen | νομικός όροςJUR