„Entziehungskur“: Femininum, weiblich EntziehungskurFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) θεραπεία αποτοξίνωσης θεραπείαFemininum, weiblich | θηλυκό f αποτοξίνωσης Entziehungskur Entziehungskur